Δεν φοβήθηκε ποτέ.Δεν φοβήθηκε να τρέξει ένα παιδάκι μόνο του από του Χαριλάου στην αγορά Μοδιάνο στη Θεσσαλονίκη,να πάρει πάγο παρακαλώντας τους ψαράδες…Στη Δραματική Σχολή είναι η ξανθιά και η συμμαθήτριά της στο δεύτερο έτος είναι η μελαχροινή.Πάνε μαζί στα θέατρα, ντύνονται ίδια και πετάνε τις ταυτότητές τους για να τις βρίσκουν και να τις μαθαίνουν οι άλλοι!Όταν αποφοιτούν, εκείνη θα γίνει μελαχροινή και η Αλίκη ξανθιά και έτσι θα δώσουν τα χέρια με κοινό τους στόχο την αγάπη του κοινού και την αναγνώριση.Θα έχουν την πιο περίεργη καρμική σχέση,η μοίρα τους θα είναι σχεδόν πάντα αντίστοιχη,από τις μεγάλες τους χαρές έως το τελευταίο ταξίδι.Η “Μαρία Στιούαρτ” θα ήταν ίσως η πιο πολυσυζητημένη παράσταση στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου… Δυστυχώς δεν θα το μάθουμε ποτέ,γιατί όσο και αν το ήθελαν,δεν πρόλαβαν να την πραγματοποιήσουν.
Της άρεσε να ντύνεται πιο ακριβά από όλες τις πρωταγωνίστριες.Τα λαμπερά της κοσμήματα δεν τα αποχωρίστηκε ποτέ ούτε το “Opium” το αγαπημένο της άρωμα που πλανιόταν για χρόνια μέσα στο θέατρό της.Η φωνή της μπάσα και χαρακτηριστική και αυτό το διαπεραστικό της βλέμμα…Ήθελε πάντα να εξελίσσεται.Έκαναν ένα βήμα μπροστά και τρία πίσω,έχει πει χαρακτηριστικά ο Κώστας Καζάκος.Ώσπου ήρθε η Μάρθα από το “Βιρτζίνια Γουλφ”,η “Έντα Γκάμπλερ”,η Λιούμποβα από τον “Βυσσινόκηπο”,η Νατάσα από το “Πρόσωπο με πρόσωπο”,η Άννα από τα “Διαμάντια και μπλουζ”.
Φόραγε λευκά.Ήταν σαν να μεταμορφωνόταν σιγά σιγά σε άγγελο.Η σκηνή που ακουμπάει το χέρι στο στήθος και μονολογεί”Ίσως έτσι θα γίνονται όλα από εδώ και μπρος.Μόνο θαύματα…και θα πραγματοποιούνται οι επιθυμίες…”είναι ένα κέντημα υποκριτικής.Στις 31 Μαρτίου έδωσε την τελευταία της παράσταση.
Εκτός από την λαμπερή της πορεία στο θέατρο, αγαπημένες της στιγμές στην ζωή ήταν και τα ταξίδια της.Ταξίδια στη Ρωσία οδικώς,στάση κάτω από τις σημύδες με μουσική υπόκρουση τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη και εκείνη να ψήνει καφέ στο μπρίκι μέσα στην μέση της στέπας!Η κόκκινη πλατεία με ήλιο,με χιόνι, με βροχή.Δίπλα στις πυραμίδες της Αιγύπτου.Στους δρόμους της Μπανκόγκ.Στην μακρινή Ιαπωνία. Αλλά σαν το σπίτι στην Τσαγκαράδα…πουθενά!Να ζυμώνει ψωμί και να το ψήνει μόνη της.Παραλίγο να θυσιάσει Μήδειες και Ηλέκτρες,για να φτιάξει μόνη της πετρούλα πετρούλα το ψηφιδωτό της αυλής της.Τα αγαπημένα της ψαράκια από πέτρα..Μάζευε πέτρες στην Νταμούχαρη και τον Μυλοπόταμο για να το φτιάξει.Το φεγγάρι στο Πήλιο έφεγγε και φώτιζε την αυλή,το φεγγάρι στην Επίδαυρο ήταν καταλυτικό…Η ίδια θα πει “Στο θέατρο λειτουργεί μια πάνσοφη κρισάρα. Μπαίνουνε μέσα σ’αυτήν οι θεοί,οι δαιμόνοι,τα ζουζούνια,τα σκουλήκια,οι άγγελοι,οι αρχάγγελοι,τα ερπετά,τα ελάφια,τα ποντίκια και τα παράσιτα του θεάτρου.Κι εκείνη κοσκινίζει συνέχεια.Μια σχολή υπάρχει:Η αλήθεια.Μια τάση υπάρχει:το πάθος γι’αυτή την δουλειά. Και μία είναι η πρωτοπορία: να’χεις πάντα τα μάτια της ψυχής σου ανοιχτά.Κι ό,τι κι αν κάνεις να το αγαπάς!”
Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να εξασφαλίσει ότι έχετε την καλύτερη εμπειρία στην ιστοσελίδα μας. This website uses cookies to ensure you get the best experience on our website.OK