Σαν σήμερα 18/10/1920, 98 χρόνια πριν, σχεδόν έναν αιώνα, είδε για πρώτη φορά το φως της Αθήνας η Μαρία Αμαλία Μερκούρη. Την ήξεραν όλοι με το μικρό της όνομα, από την παιδική ηλικία ως το τέλος. Στα 5 της άφησε να τρέξουν τα πρώτα “θεατρικά” της δάκρυα, ώστε να πιέσει για να της αγοράσουν κάτι που επιθυμούσε. Ο παππούς της, ο “Μεγάλος Σπύρος” της έδωσε τα πρώτα μαθήματα δημοκρατίας και της έμαθε να μιλάει ισότιμα με όλους. Στην εφηβεία παντρεύεται, με ένα τηλεγράφημα που απλώς αναφέρει “Γάμος ετελέσθη”.
Ελευθερώνεται για να σπουδάσει θέατρο, που αγαπάει με όλη της την ψυχή. Χωρίζει, φεύγει στο Παρίσι, γνωρίζεται με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και εμφανίζεται στην γαλλική θεατρική σκηνή. Γυρίζει στην Ελλάδα. Την περιμένει η “Στέλλα”. Η χειραφετημένη ηρωίδα που τραγουδάει στου παραδείσου του μπουζούκια, ερωτεύεται θανάσιμα τον Μίλτο, αλλά θέλει να μείνει ελεύθερη. Ως το τέλος.
![]()
Χάνει το βραβείο στο Φεστιβάλ Καννών μέσα από τα χέρια της, αλλά γνωρίζει τον Ζυλ Ντασσέν! Τον σύντροφο της ζωής της. Εκείνη δηλώνει “Είναι καλύτερός μου. Θέλω να μην τελειώσει ποτέ”. Ο “Τζούλυ” θα είναι εκεί για πάντα. Το 1960, είναι μια χρυσή χρονιά και για τους δύο. Εκείνη τραγουδά τα παιδιά του Πειραιά και γίνεται γνωστή σε όλο τον κόσμο. Οι Κάννες αυτή την φορά της δίνουν το βραβείο Α΄ Γυναικείου ρόλου και ο Μάνος Χατζηδάκις βραβεύεται με το Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού. Δίνει παραστάσεις στο Broadway και πρωταγωνιστεί σε όλες τις ταινίες του Ντασσέν.
Στην Αθήνα θα επικρατήσει δικτατορία και η Μελίνα φεύγει στο Παρίσι. Περιοδεύει με κόκκινο φόρεμα, μια φλογερή αγωνίστρια και γίνεται ο εφιάλτης της χούντας. Κάνει πολιτικές περιοδείες σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, συμμετέχει σε διαδηλώσεις, συναυλίες και εκδηλώσεις. Οι συνταγματάρχες της αφαιρούν την ελληνική ιθαγένεια και εκείνη δηλώνει προκλητικά “Γεννήθηκα Ελληνίδα, θα πεθάνω Ελληνίδα”.

