Γεννήθηκα στην Κρήτη.Μεγάλωσα ξυπόλυτο παιδί στις αμμουδιές της πατρίδας μου,που έβαζα στ’ αυτιά μου τα κοχύλια της θάλασσας,ν’ ακούσω τη βουή του ωκεανού.Δεν ήξερα να αποζητώ την ομορφιά μα η ομορφιά ξεδιπλωνόταν μέσα μου. Δεν ήξερα να αποζητώ τη λεβεντιά μα η λεβεντιά ξεδιπλωνόταν μέσα μου,από τις διηγήσεις του παππού μου.Αφήστε με να παινέψω την πατρίδα μου.Το αξίζει.

Συμπτωματικά βρέθηκα στο θέατρο.Έγινα ηθοποιός όπως θα μπορούσα να γίνω και σιδηρουργός.Ήθελα να ξοδιάσω όσες δυνάμεις κρύβανε τα μπράτσα και η ψυχή μου.Ήταν μια νύχτα Ιουνίου του 1928, όταν αντίκρισα για πρώτη φορά τα φώτα της ράμπας από τη μικρή και αξέχαστη σκηνή του θεάτρου των Νέων του Παγκρατίου.Το θέατρο θα πρέπει να λειτουργεί σαν ένα σχολείο και όχι μόνο σαν ψυχαγωγία γελαστική.Το θέατρο πετυχαίνει το σκοπό του, όταν φεύγοντας από αυτό, έχεις αποκομίσει κάποια συμπεράσματα που θα σου χρησιμεύσουν σαν τροφή της ψυχής και της ζωής σου.
Θα προτιμούσα να είχα γνώσεις περισσότερες απ’ όταν βγήκα στο θέατρο.Είχα πολύ λίγες.Στην εποχή τη δική μου, οι άνθρωποι ωριμάζαμε πνευματικά πολύ αργότερα από τα σημερινά παιδιά. Ήμουν τριάντα ετών,και αισθανόμουν όπως τα παιδιά των δέκα ετών σήμερα.Τέτοια ντροπή,τέτοια συστολή,τέτοιο σεβασμό,τέτοια επιφυλακτικότητα,απέναντι σε καθετί που άξιζε σεβασμό.

